Τα μάτια και η μύτη μπορούν να αποτελέσουν δείκτες έγκαιρης διάγνωσης της νόσου Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με τα...
αποτελέσματα τεσσάρων νέων κλινικών δοκιμών και επιστημονικών ερευνών, που παρουσιάστηκαν σε διεθνές συνέδριο στη Δανία. Η επιστημονική κοινότητα επιδίδεται σε έναν αγώνα δρόμου για να τελειοποιήσει οφθαλμολογικά και οσφρητικά τεστ που θα λειτουργούν ως διαγνωστικές εξετάσεις ανιχνεύοντας έως και 15 χρόνια νωρίτερα την ασθένεια. Δύο μελέτες έδειξαν ότι η μειωμένη ικανότητα ενός ανθρώπου να μυρίσει τις οσμές, αποτελεί σημαντικό δείκτη για την πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας και Αλτσχάιμερ. Από την άλλη, σύμφωνα με δύο άλλες έρευνες, η κατάλληλη οφθαλμολογική εξέταση μπορεί να ανιχνεύσει τη συσσώρευση του βήτα-αμυλοειδούς, της πρωτεΐνης που εμπλέκεται στη δημιουργία «πλακών» στον εγκέφαλο. Οι πλάκες αυτές δημιουργούνται σταδιακά αρκετά χρόνια πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων καταστρέφοντας ζωτικά νευρικά κύτταρα. Οι νέες μελέτες παρέχουν βελτιωμένες δυνατότητες για να εντοπιστούν πρόωρα όσοι άνθρωποι κινδυνεύουν να εκδηλώσουν τη νόσο. Η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί σημαντική προτεραιότητα, καθώς οι ερευνητές ελπίζουν ότι αυτό θα βοηθήσει στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της νευροεκφυλιστικής πάθησης, για την οποία, προς το παρόν, δεν υπάρχει θεραπεία, ενώ τα περιστατικά της αυξάνονται παγκοσμίως, κάθε χρόνο. Με δεδομένη την αυξανόμενη παγκόσμια επιδημία της νόσου Αλτσχάιμερ, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να βρεθούν απλά -και λιγότερο επεμβατικά- διαγνωστικά τεστ, που θα εντοπίζουν τον κίνδυνο πολύ νωρίτερα, στην πορεία της πάθησης», υπογραμμίζει η Χίδερ Σνάιντερ, διευθύντρια της οργάνωσης Alzheimer Association, που διοργανώνει το φετινό διεθνές συνέδριό της στην Κοπεγχάγη, όπου παρουσιάζονται οι τελευταίες ερευνητικές εξελίξεις. Το σχετικό οφθαλμολογικό τεστ διακρίνει μεταξύ όσων έχουν Αλτσχάιμερ και όσων δεν έχουν, με ακρίβεια 100% και 80% αντίστοιχα. Η ανίχνευση της νόσου γίνεται 15 έως 20 χρόνια πριν την κλινική διάγνωση των πρώτων συμπτωμάτων. Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι η εξέταση των ματιών θα συμπληρώσει μελλοντικά τις άλλες υπάρχουσες διαγνωστικές εξετάσεις και πιθανώς, θα περιλαμβάνεται στο καθιερωμένο τσεκ-απ, που κάνει ένας οφθαλμίατρος.
Via
αποτελέσματα τεσσάρων νέων κλινικών δοκιμών και επιστημονικών ερευνών, που παρουσιάστηκαν σε διεθνές συνέδριο στη Δανία. Η επιστημονική κοινότητα επιδίδεται σε έναν αγώνα δρόμου για να τελειοποιήσει οφθαλμολογικά και οσφρητικά τεστ που θα λειτουργούν ως διαγνωστικές εξετάσεις ανιχνεύοντας έως και 15 χρόνια νωρίτερα την ασθένεια. Δύο μελέτες έδειξαν ότι η μειωμένη ικανότητα ενός ανθρώπου να μυρίσει τις οσμές, αποτελεί σημαντικό δείκτη για την πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας και Αλτσχάιμερ. Από την άλλη, σύμφωνα με δύο άλλες έρευνες, η κατάλληλη οφθαλμολογική εξέταση μπορεί να ανιχνεύσει τη συσσώρευση του βήτα-αμυλοειδούς, της πρωτεΐνης που εμπλέκεται στη δημιουργία «πλακών» στον εγκέφαλο. Οι πλάκες αυτές δημιουργούνται σταδιακά αρκετά χρόνια πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων καταστρέφοντας ζωτικά νευρικά κύτταρα. Οι νέες μελέτες παρέχουν βελτιωμένες δυνατότητες για να εντοπιστούν πρόωρα όσοι άνθρωποι κινδυνεύουν να εκδηλώσουν τη νόσο. Η έγκαιρη διάγνωση αποτελεί σημαντική προτεραιότητα, καθώς οι ερευνητές ελπίζουν ότι αυτό θα βοηθήσει στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της νευροεκφυλιστικής πάθησης, για την οποία, προς το παρόν, δεν υπάρχει θεραπεία, ενώ τα περιστατικά της αυξάνονται παγκοσμίως, κάθε χρόνο. Με δεδομένη την αυξανόμενη παγκόσμια επιδημία της νόσου Αλτσχάιμερ, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να βρεθούν απλά -και λιγότερο επεμβατικά- διαγνωστικά τεστ, που θα εντοπίζουν τον κίνδυνο πολύ νωρίτερα, στην πορεία της πάθησης», υπογραμμίζει η Χίδερ Σνάιντερ, διευθύντρια της οργάνωσης Alzheimer Association, που διοργανώνει το φετινό διεθνές συνέδριό της στην Κοπεγχάγη, όπου παρουσιάζονται οι τελευταίες ερευνητικές εξελίξεις. Το σχετικό οφθαλμολογικό τεστ διακρίνει μεταξύ όσων έχουν Αλτσχάιμερ και όσων δεν έχουν, με ακρίβεια 100% και 80% αντίστοιχα. Η ανίχνευση της νόσου γίνεται 15 έως 20 χρόνια πριν την κλινική διάγνωση των πρώτων συμπτωμάτων. Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι η εξέταση των ματιών θα συμπληρώσει μελλοντικά τις άλλες υπάρχουσες διαγνωστικές εξετάσεις και πιθανώς, θα περιλαμβάνεται στο καθιερωμένο τσεκ-απ, που κάνει ένας οφθαλμίατρος.
Via